Μέτρημα
Το ξαναδιάβασα χθες και το μέτρημα είναι σωστό. Ο ένας στους πέντε Ελληνες (20%) διαλέγει για «πολιτικό αρχηγό που εμπιστεύεται» την Καρυστιανού, τον Βελόπουλο ή τη Ζωή (Στ. Κασιμάτης, «ΤΑ ΝΕΑ», 23/12).
Το ίδιο περίπου ποσοστό προκύπτει κι από άλλες δημοσκοπήσεις με παρεμφερή ερωτήματα.
Ως ποσοστό εξουσίας είναι προφανώς ανεπαρκές. Αλλά ως επίπεδο διαταραχής είναι εντυπωσιακά υψηλό.
Σημειώνω ότι πριν από δώδεκα χρόνια, το ποσοστό όσων πίστευαν ότι μας ψεκάζουν είχε μετρηθεί στο 33,3% (Metron Analysis, 13/10/2013).
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το ποσοστό έπεσε οριακά στο 32,4% (Aboutpeople, 20-21/11/2017).
Στις 13-17/11/2025, μετρήθηκε πως το 18,9% θεωρεί ότι «μπορεί να μας ψεκάζουν» (Aboutpeople) – δηλαδή κοντά στο 20% που προαναφέραμε.
Συνεπώς μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα πως ένα υψηλό και σίγουρα καθόλου αμελητέο ποσοστό συμπολιτών μας κινείται σε έναν απροσδιόριστο και αναπόδεικτο χώρο δοξασιών, καταδιωκτικής μανίας και ακατάληπτων πεποιθήσεων.
Πιστεύουν ότι το ΣΔΟΕ κυνηγάει την Καρυστιανού (παραδόξως φαίνεται να το πιστεύει και ο πρώην πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου!), ότι για τα Τέμπη φταίει το ξυλόλιο κι ότι ουκρανικά drones πλήττουν ρωσικούς στόχους στη Μεσόγειο με ελληνική συνδρομή.
Βγάζεις άκρη; Δεν βγάζεις.
Αλλά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κουβαλάμε στην πορεία μας κι ένα 20% Ελλήνων και Ελληνίδων που είναι έτοιμοι να χάψουν τα πάντα και το αντίθετό τους.
Φωνάζουν, διαμαρτύρονται, υποπτεύονται, αγανακτούν και δεν είναι λίγοι.
Ενα σοβαρό ποσοστό διαταραγμένων δηλαδή που πιστεύει ότι «τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται» και σίγουρα «δεν ισχύουν όπως μας τα λένε».
Με όρους απλής λογικής θα παρατηρούσαμε ότι είναι ένα υψηλό ποσοστό δυσπιστίας που συνοδεύει ένα εξίσου υψηλό έλλειμμα αξιοπιστίας.
Ενδεχομένως ούτε το ένα είναι απολύτως αβάσιμο, ούτε το άλλο.
Αλλά από εκεί έως την παραγωγή συλλογικών φαινομένων παράνοιας και παραφροσύνης η απόσταση είναι τεράστια.
Αναζήτησα σχετικές έρευνες σε άλλες ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Παντού καταγράφεται ένα 8%-12% που (ανάλογα με τη χώρα, την περίπτωση και τη χρονική στιγμή) κινείται στον χώρο της μαζικής διαταραχής, ακόμη και με όρους παροξυσμού.
Στην Ελλάδα είναι σαφώς περισσότεροι, πιο συγκροτημένοι και σίγουρα εκφράζονται με όρους θρασείας αυτοπεποίθησης.
Δύο τουλάχιστον καθημερινές εφημερίδες (της Ακρας Δεξιάς και της Ακρας Αριστεράς) μαζί με αναρίθμητα site ανακυκλώνουν τις απόψεις τους και τις υπερασπίζονται με εχθροπάθεια κι επιθετικότητα.
Αναρωτιέμαι αν υπάρχει λύση. Ακόμη κι αν διακρίνω το πρόβλημα.
Είναι όμως μια παθογένεια που καταφανώς πλήττει κι όσους δεν τη συμμερίζονται. Ή μάλλον κυρίως αυτούς.
Καλά ξεμπερδέματα, λοιπόν. Και καλά Χριστούγεννα.